- ἔντεα
- ἔντεαfighting gearneut nom/voc/acc pl (epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
έντεα — (Edéa). Πόλη (107.000 κάτ. το 2002) του νοτιοδυτικού Καμερούν. Βρίσκεται στην αριστερή όχθη του ποταμού Σανάγκα, 160 χλμ. Δ της πρωτεύουσας Γιαουντέ. Tο γεγονός ότι βρίσκεται πάνω στην οδική αρτηρία αλλά και στη σιδηροδρομική γραμμή που συνδέουν… … Dictionary of Greek
ἔντε' — ἔντεα , ἔντεα fighting gear neut nom/voc/acc pl (epic ionic) ἔντει , ἔντεα fighting gear neut nom/voc/acc dual (attic epic) ἔντεϊ , ἔντεα fighting gear neut dat sg (epic ionic) ἔντει , ἔντεα fighting gear neut dat sg ἔντεε , ἔντεα fighting gear… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τἤντεα — ἔντεα , ἔντεα fighting gear neut nom/voc/acc pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἔντη — ἔντεα fighting gear neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) ἔντεα fighting gear neut nom/voc/acc dual (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐντέων — ἔντεα fighting gear neut gen pl (epic doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἔντεσι — ἔντεα fighting gear neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἔντεσιν — ἔντεα fighting gear neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἔντεσσιν — ἔντεα fighting gear neut dat pl (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἔντος — ἔντεα fighting gear neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
έντος — ἔντος, το (Α) (ο εν. σπάνιος συνήθης ο πληθ. ἔντεα και ἔντη, τα) 1. οπλισμός, όπλο (επιθετικό ή αμυντικό π.χ. δόρυ, ξίφος, ασπίδα, θώρακας κ.λπ.) («ἀσπίδι... ἥν παρὰ θάμνον ἔντος ἀμώμητον κάλλιπον» την ασπίδα, το ασύγκριτο όπλο μου, που τό… … Dictionary of Greek